Glossary entry (derived from question below)
French term or phrase:
avoué
Greek translation:
δικολάβος (avoué) / (δικαγωγός (avoué))
Added to glossary by
Sokratis VAVILIS
Sep 4, 2008 17:33
15 yrs ago
1 viewer *
French term
avoué - avocat
French to Greek
Law/Patents
Law (general)
πώς μεταφράζονται αυτά;
και τα δύο ως δικηγόρος ή μήπως διατηρούνται στα γαλλικά;
και τα δύο ως δικηγόρος ή μήπως διατηρούνται στα γαλλικά;
Proposed translations
(Greek)
4 +2 | Δικολάβος (Avoué) / (Δικαγωγός (avoué)) | Sokratis VAVILIS |
4 | δικηγόρος που δεν αγορεύει (ενώπιον δικαστηρίου) | Ellen Kraus |
Change log
Sep 6, 2008 18:11: Sokratis VAVILIS Created KOG entry
Oct 23, 2008 01:42: Sokratis VAVILIS changed "Edited KOG entry" from "<a href="/profile/65327">Sokratis VAVILIS's</a> old entry - "Avoué"" to ""Δικολάβος (Avoué) / (Δικαγωγός (avoué))""
Oct 23, 2008 01:49: Sokratis VAVILIS changed "Term asked" from "avoue - avocat" to "avoué - avocat"
Proposed translations
+2
35 mins
French term (edited):
avoué
Selected
Δικολάβος (Avoué) / (Δικαγωγός (avoué))
L'avoué" est un officier ministériel qui, sauf dans certaines matières pour lesquelles son ministère n'a pas été rendu obligatoire, dispose du privilège de postulation (faire tous les actes de proc;edure) pour engager des procédure et pour conclure (faire connaître les prétentions de son client) devant une Cour d'Appel.
En règle g;en;erale, l'avocat transmet le dossier d'appel à l'avoué.
http://www.dictionnaire-juridique.com/definition/avoue.php
http://www.chambre-nationale.avoues.fr/
Δεν υπάρχει αντίστοιχος όρος στην ελληνική νομοθεσία. Είναι κάτι ανάλογο με το " δικολάβο" υπό τη (θετική) έννοια του πρακτικού δικηγόρου που αναλαμβάνει τη διεκπεραίωση όλων των διαδικασιών ως την ακρόαση.
Στο λεξικό του Π. Μάλιακα προτείνονται οι ακόλουθες αποδόσεις:
Δικολάβος (εφετείου, μόνο στη Γαλλία)
πρακτικός δικηγόρος
δικαστικός εκπρόσωπος
Στο ΙΑΤΕ αποδίδεται ως : δικηγόρος (avoué), avoué, δικηγόρος
Δες και το αντίστοιχο λήμμα στο λεξικό του Ηπίτη:
http://tinyurl.com/5uzd2q
Επίσης υπάρχει και η δυνατότητα απόδοσης ως δικαγωγός
Έτος Γ΄ φ. 120, 13 Ιουλίου 1840 (σ. 2127-2134)
Νομολογία αλλοδαπών δικαστηρίων (Εμπορικά. Εμποροδικείον-αρμοδιότης-εμπορικοί υπάλληλοι (commis), δικαγωγός (avoué)-δαπάναι-αποδοκίμασις, διατροφή-τέκνα-αλληλέγγυον)
http://www.geocities.com/ekeied/Nomike.html
En règle g;en;erale, l'avocat transmet le dossier d'appel à l'avoué.
http://www.dictionnaire-juridique.com/definition/avoue.php
http://www.chambre-nationale.avoues.fr/
Δεν υπάρχει αντίστοιχος όρος στην ελληνική νομοθεσία. Είναι κάτι ανάλογο με το " δικολάβο" υπό τη (θετική) έννοια του πρακτικού δικηγόρου που αναλαμβάνει τη διεκπεραίωση όλων των διαδικασιών ως την ακρόαση.
Στο λεξικό του Π. Μάλιακα προτείνονται οι ακόλουθες αποδόσεις:
Δικολάβος (εφετείου, μόνο στη Γαλλία)
πρακτικός δικηγόρος
δικαστικός εκπρόσωπος
Στο ΙΑΤΕ αποδίδεται ως : δικηγόρος (avoué), avoué, δικηγόρος
Δες και το αντίστοιχο λήμμα στο λεξικό του Ηπίτη:
http://tinyurl.com/5uzd2q
Επίσης υπάρχει και η δυνατότητα απόδοσης ως δικαγωγός
Έτος Γ΄ φ. 120, 13 Ιουλίου 1840 (σ. 2127-2134)
Νομολογία αλλοδαπών δικαστηρίων (Εμπορικά. Εμποροδικείον-αρμοδιότης-εμπορικοί υπάλληλοι (commis), δικαγωγός (avoué)-δαπάναι-αποδοκίμασις, διατροφή-τέκνα-αλληλέγγυον)
http://www.geocities.com/ekeied/Nomike.html
4 KudoZ points awarded for this answer.
3 hrs
French term (edited):
avoue - avocat
δικηγόρος που δεν αγορεύει (ενώπιον δικαστηρίου)
πηγή> Pons Weis-Mattuta 1988
Discussion